|
Βελούδινο φασόλι
( Mucuna pruriens). Άνθη και καρποί.
|
Βελούδινο φασόλι - Mucuna pruriens
Το Βελούδινο φασόλι (Mucuna
pruriens) είναι ένα τροπικό
ψυχανθές, ενδημικό στην Αφρική και στην τροπική Ασία, εγκλιματισμένο και καλλιεργούμενο. Αγγλικά κοινά ονόματά του είναι: velvet
bean, Bengal velvet bean, Florida velvet bean, Mauritius velvet bean, Yokohama velvet
bean, cowage, cowitch, lacuna bean και Lyon bean. Το φυτό είναι περιβόητο για την υπερβολική φαγούρα που προξενεί με την επαφή, ιδιαίτερα τα νεαρά φύλλα και οι λοβοί τού σπόρου. Εκτιμάται για τη γεωργική και κηπευτική του χρήση και για μια σειρά από θεραπευτικές ιδιότητες.
Το φυτό είναι ένα τροπικό ψυχανθές.
Ένας μονοετής αναρριχώμενος θάμνος με μακριές λεπτές περικοκλάδες που μπορεί να φτάσουν πάνω από 15 μέτρα σε μήκος. Όταν το φυτό είναι νεαρό, είναι σχεδόν ολοκληρωτικά καλυμμένο με αδιόρατο χνούδι, μικρά τριχίδια, που καθώς μεγαλώνει το φυτό, εξαφανίζονται σχεδόν εντελώς. Τα φύλλα είναι πτεροειδή, ωοειδή, αντίστροφα ωοειδή, πλατιά ωοειδή ή σε σχήμα ρόμβου. Είναι συνήθως ραβδωτά στο πλάι, με μυτερή απόληξη στην άκρη τους και διαθέτουν φυλλάρια.
Κυμαίνονται σε μέγεθος από 20-25 εκατοστά σε μήκος και 7,5 έως 12,5 εκατοστά σε πλάτος.
Τα νεαρά φυτά Μ pruriens έχουν τριχίδια και στις δύο πλευρές των φύλλων. Ο μίσχος των φυλλάριων έχει μήκος δύο με τρία χιλιοστά, ενώ εμφανίζονται πρόσθετα παρακείμενα φύλλα με μήκος 5 χιλιοστά περίπου.
Τα άνθη του είναι λευκά, ανοιχτό μοβ όπως της λεβάντας
έως σκούρο μωβ και κρέμονται σε μεγάλα τσαμπιά.
Τα λουλούδια έχουν τη μορφή βότρυ με αξονική παράταξη. Έχουν μήκος 15-32 εκατοστά και διαθέτουν δύο, τρία ή πολλά άνθη. Τα συνοδευτικά φύλλα είναι περίπου 12,5 χιλιοστά σε μήκος και οι μίσχοι των ανθέων είναι 2,5 - 5 χιλιοστά.
Το φυτό παράγει επίσης συστάδες λοβών.
Οι λοβοί έχουν μήκος περίπου 10 εκατοστά
και περιέχουν σπόρους γνωστούς ως φασόλια
Mucuna. Τα λουλούδια, οι λοβοί και οι σπόροι καλύπτονται με κοκκινωπό-πορτοκαλί τριχίδια. Υπάρχουν δύο μορφές τριχιδίων. Τα μη ερεθιστικά που είναι μεταξένια, και τα ερεθιστικά που ονομάζονται Mucunain και παράγουν μια εξαιρετικά έντονη αίσθηση φαγούρας όταν έρχονται σε επαφή με το δέρμα. Η φαγούρα προκαλείται από μια πρωτεΐνη γνωστή ως
mucunain. Το όνομα του είδους «pruriens» (από το λατινικό «φαγούρα») αναφέρεται στα αποτελέσματα που θα ακολουθήσουν μετά από την επαφή με τα τριχίδια των λοβών των σπόρων. Οι σπόροι είναι επίπεδοι, μαύροι, και όταν ωριμάσουν, έχουν γυαλιστερή επιφάνεια.
Το βάρος των ξηρών σπόρων είναι 55-85 γραμμάρια / 100 σπόρους.
Τα εξωτερικά τριχίδια στο λοβό των σπόρων περιέχουν σεροτονίνη και την πρωτεΐνη
mucunain, οι οποίες προκαλούν έντονο κνησμό όταν το δέρμα αγγίξει τους λοβούς. Ο κάλυκας στο κάτω μέρος του άνθους είναι επίσης περιοχή με μικρά αγκαθάκια και πηγή που προκαλεί τσούξιμο και φαγούρα, ενώ τα τριχίδια στο εξωτερικό μέρος του λοβού των σπόρων χρησιμοποιούνται για φαγουρόσκονη. Το ξύσιμο της εκτεθειμένης περιοχής μπορεί να εξαπλώσει τη φαγούρα και σε άλλες περιοχές του σώματος που αγγίζονται. Όταν συμβεί αυτό, το ξύσιμο γίνεται έντονο, νευρώδες και ανεξέλεγκτο, και για το λόγο αυτό οι ντόπιοι της βόρειας Μοζαμβίκη αναφέρονται στα φασόλια ως «τρελά φασόλια»
(feijoes malucos). Στη Νιγηρία, ο λοβός του σπόρου είναι γνωστός ως «διαβολικά Φασόλια»
(Devil Beans).
Στην Κεντρική Αμερική, τα βελούδινα φασόλια ψήνονται και κονιορτοποιούνται για να δώσουν ένα υποκατάστατο του καφέ, εδώ και δεκαετίες, που φέρει το κοινό όνομα
"Nescafe" (δεν πρέπει να συγχέεται με το εμπορικό σήμα
Nescafe). σε αυτές τις περιοχές, καθώς και στη Βραζιλία. Ακόμη, καλλιεργείται ως καλλιέργεια
τροφής από τους ιθαγενείς Ketchi στη Γουατεμάλα, όπου το φασόλι μαγειρεύεται ως λαχανικό.
Στην Ινδονησία και ιδιαίτερα στην Ιάβα, αυτά τα
φασόλια είναι φαγώσιμα και ευρέως γνωστά ως «Benguk». Τα φασόλια επίσης μπορούν να υποστούν ζύμωση για να σχηματίσουν μια τροφή παρόμοια με
το tempe (ινδονησιακό κέικ από σόγια), που είναι γνωστή ως Benguk tempe ή «tempe Benguk».
Στη Βραζιλία, ο σπόρος έχει χρησιμοποιηθεί εσωτερικά για τη νόσο του Πάρκινσον, για οιδήματα, ανικανότητα, εντερικά αέρια, και για τα σκουλήκια. Θεωρείται διουρητικό, τονωτικό των νεύρων, και αφροδισιακό. Εξωτερικά εφαρμόζεται σε έλκη.
Το βελούδινο φασόλι έχει μακρά ιστορία χρήσης στην ινδική ιατρική
Ayurvedic, όπου χρησιμοποιείται για τα σκουλήκια, τη δυσεντερία, τη διάρροια, για δάγκωμα φιδιού, σεξουαλική αδυναμία, βήχα, φυματίωση, ανικανότητα, ρευματικές παθήσεις, μυϊκούς πόνους, στειρότητα, ουρική αρθρίτιδα, διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, διαβήτη και για τον καρκίνο. Στην Ινδία θεωρείται αφροδισιακό, υποκινητής εμμηνόρροιας, διεγερτικό της μήτρας, τονωτικό νεύρων, διουρητικό και καθαριστής του αίματος.
Σε πολλά μέρη του κόσμου το βελούδινο φασόλι χρησιμοποιείται ως σπουδαίο κτηνοτροφικό, για αγρανάπαυση και ως καλλιεργούμενη φυτική κοπριά. Επειδή πρόκειται για ένα όσπριο, το φυτό αυτό διορθώνει τα επίπεδα αζώτου και κάνει το έδαφος γόνιμο.
Πηγή:
https://en.wikipedia.org/wiki/Mucuna_pruriens
http://195.134.76.37/chemicals/chem_L-DOPA.htm
http://www.rain-tree.com/velvetbean.htm#.V5stz9EkodU
http://bioweb.uwlax.edu/bio203/2011/probst_emil/