|
Βραχυχίτων
(Brachychiton populneus). Φύλλα, άνθη και
καρπός
|
Βραχυχίτων -
Brachychiton populneus
Ο Βραχυχίτων (Kurrajong, bottletree) είναι γένος φυτών, όπου ανήκουν 31 είδη δέντρων και μεγάλων θάμνων με προέλευση κυρίως από την Αυστραλία (με 30 είδη), και τη Νέα Γουινέα (ένα είδος). Απολιθώματα που βρέθηκαν στη Νέα Νότια Ουαλία και στη Νέα Ζηλανδία εκτιμάται ότι είναι 50 εκατομμυρίων ετών, χρονολόγηση που αντιστοιχεί στην Παλαιογενή γεωλογική περίοδο.
Τα φυτά αναπτύσσονται από 4 μέχρι 30 μέτρα σε ύψος, και μερικά είναι φυλλοβόλα κατά την περίοδο της χαμηλής βροχόπτωσης, την ξηρά περίοδο. Πολλά είδη, αλλά όχι όλα, είναι φυτά
pachycaul, δηλαδή
παχύκαυλα ή παχύκορμα φυτά που έχουν δυσανάλογα χοντρό κορμό για το ύψος τους και το συνολικό μέγεθός τους, και διαθέτουν λίγα κλαδιά. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική pachy που σημαίνει παχύς ή χοντρός, και τη λατινική caulis που σημαίνει στέλεχος ή βλαστός. Χρησιμοποιούν τον παχύ κορμό τους σαν αποθήκη νερού, για τις περιόδους ξηρασίας. Τα φύλλα παρουσιάζουν διαφορές από είδος σε είδος, και εμφανίζονται από ολόκληρα μέχρι βαθιάς παλάμης λοβωτά, με μακριά λεπτά φυλλάρια που μοιάζουν με λοβούς / προεξοχές, ενωμένα ακριβώς μόνο στη βάση. Τα μεγέθη τους κυμαίνονται από 4 μέχρι 20 εκατοστά σε μήκος και πλάτος.
Όλα τα είδη είναι μονόικα, με ξεχωριστά αρσενικά και θηλυκά άνθη στο ίδιο φυτό. Τα λουλούδια έχουν περιάνθιο σε σχήμα καμπάνας, αποτελούμενο από μία μονή σειρά συγχωνευμένων λοβών. Οι περίανθοι μοιάζουν με κάλυκα, παρότι είναι έντονα χρωματισμένοι στα περισσότερα είδη. Τα θηλυκά άνθη έχουν πέντε ξεχωριστά καρπόφυλλα, που καθένα από αυτά μπορεί να αναπτυχθεί σε ξυλώδες φρούτο με αρκετούς σπόρους περιεχόμενο. Το χρώμα τού άνθους ποικίλει μεταξύ των ειδών. Τα είδη των ανατολικών δασών ρίχνουν το φύλλωμά τους πριν από την ανθοφορία, αλλά τα είδη των πιο ξηρών περιοχών ανθίζουν ενόσω διατηρούν τα φύλλα τους.
Το όνομα Βραχυχίτων προέρχεται από τις ελληνικές
λέξεις βραχύς (brachys) σύντομος και χιτώνας (chiton) πουκάμισο, παραπέμποντας στο χαλαρό επικάλυμμα των σπόρων του.
Το Kurrajong (Brachychiton populneus) είναι δέντρο μικρού έως μεσαίου μεγέθους, που βρίσκεται αυτοφυές στην Αυστραλία σε ανόμοιους βιοτόπους: από τις βροχερές παράκτιες περιοχές μέχρι τις ημι-άνυδρες στο εσωτερικό της Βικτώρια, της Νέα Νότια Ουαλίας και του
Queensland. Ο εκτεταμένος κορμός του αποτελεί μια "συσκευή" αποθήκευσης νερού, για την επιβίωσή του στο ζεστό και ξηρό κλίμα. Τα λουλούδια σε σχήμα καμπάνας, έχουν διάφορα χρώματα από ώχρα μέχρι ροζ, ενώ τα φύλλα διαφέρουν σημαντικά ως προς το σχήμα τους. Μπορεί να είναι στικτά με απλό περίγραμμα ή να έχουν σχισμές που σχηματίζουν λοβούς από 3 μέχρι 9. Τα
δενδρύλλια και τα νεαρά φυτάδια ξεπετάγονται από ένριζους κόνδυλους, οι οποίοι είναι ανθεκτικοί στην ανομβρία και στη φωτιά.
Το συγκεκριμένο όνομα populneus αναφέρεται σε μια διακριτή ομοιότητα με το γένος
Populus, στις λεύκες. Μερικές φορές ο Β. populneus αναφέρεται με το γνωστό όνομα
"lacebark Kurrajong" και "δέντρο μπουκάλι" (στις ΗΠΑ). Ωστόσο, ο B.discolor αναφέρεται επίσης ως Lacebark
Kurrajong, και το Δέντρο μπουκάλι είναι ένας κοινός όρος που συνήθως χρησιμοποιείται όχι μόνο για διαφορετικά είδη του
Brachychiton, αλλά και σε μέλη από διαφορετικά γένη, σε όλο τον κόσμο.
Το όνομα Kurrajong (Brachychiton populneus) προέρχεται από το Dharuk garraju "πετονιά", καθώς φτιάχνονταν πετονιές από το φλοιό τού
Kurrajong.
Το Kurrajong (Brachychiton populneus) είναι αειθαλές δέντρο, με πλατύ θόλο, ύψους 12 με 15 μέτρα και διάμετρο στέμματος επίσης 12 με 15 μέτρα, γενικά με ογκώδη κορμό.
Ο φλοιός είναι πράσινος και λείος στα νεαρά δέντρα, στα μικρότερα κλαδιά και στο επάνω τμήμα του στέμματος, ενώ γίνεται πιο σκούρος, συμπαγής και αποκτά αυλακώσεις και σχισμές στα μεγαλύτερα κλαδιά και στον ογκώδη κορμό του, κάτι που αποτελεί δείγμα ωρίμανσης.
Το φύλλωμα έχει διαφορετικό χρώμα στις δύο επιφάνειές του, γυαλιστερό πράσινο από πάνω και πιο απαλό πράσινο από κάτω. Το κάθε φύλλο είναι κυρίως ολόκληρο με ομαλό περίγραμμα, αλλά μερικές φορές διαθέτει τρεις ή περισσότερους μικρούς, μυτερούς λοβούς, ανάλογα με το υποείδος. Το υποείδος populneus έχει ως επί το πλείστον ολόκληρα φύλλα, που θυμίζουν φύλλα λεύκας (όπως το γένος
Populus), ενώ στο υποείδος trilobus τα φύλα παρουσιάζουν 3 με 5 στενούς λοβούς.
Τα λουλούδια εμφανίζονται από Οκτώβριο μέχρι Δεκέμβριο, με χρώμα από
κρεμ ως απαλό πράσινο, και έχουν σχήμα καμπάνας. Στο λαιμό τής καμπάνας εμφανίζονται κηλίδες με χρώμα απαλό ροζ προς μοβ.
Οι καρποί είναι δερματώδεις με κοίλο σχήμα σαν βάρκα, και έχουν
προστατευτικό χνούδι στο εσωτερικό, όπου φυλάγονται οι σπόροι.
Ανθεκτικό στην ξηρασία, προτιμά εδάφη με ανεμπόδιστη αποστράγγιση.
Χαμηλή αντοχή στα εδάφη με πολύ νερό και στην υπερβολική διαταραχή του ριζικού του συστήματος. Μπορεί να μεταφυτευθεί επιτυχώς όσο ακόμα είναι μικρό δέντρο (3-4μ), αλλά με προσοχή στη ρίζα του, για να μην αποκοπούν ριζίδια,
κάτι που μπορεί να αποδειχθεί προβληματικό.
Είναι ένα καταπληκτικά πυκνό και, ευρύ θολωτό δέντρο, που προσφέρει σκιά και δροσιά, κατάλληλο για χρήση σε μεγαλύτερους κήπους.
Ιδανικό δέντρο για δρόμους και κατάλληλο για διαμορφωμένο κλάδεμα, ώστε να μην επηρεάζει τα ηλεκτρικά καλώδια.
Το Kurrajong έχει πολλαπλές χρήσεις. Οι σπόροι τρώγονται από τους Αβορίγινες, αφού ψηθούν στη φωτιά. Μία δημοφιλής τροφή των Αβοριγίνων, αλλά επίσης αποδεκτή από τους δυτικούς ουρανίσκους, ιδιαίτερα όταν ψήνεται.
Οι σπόροι είναι πολύ θρεπτικοί, περιέχουν περίπου 18% πρωτεΐνη, 25% λίπος συν υψηλά επίπεδα ψευδαργύρου και μαγνησίου. Οι ψημένοι σπόροι χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα του καφέ. Οι ρίζες μοιάζουν με γλυκοπατάτα. Αποτελεί δημοφιλές είδος τροφής μεταξύ των αυστραλιανών Αβοριγίνων. Χρησιμοποιείται η ρίζα των πολύ νεαρών δέντρων. Το μαλακό σπογγώδες ξύλο χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή ασπίδων, και ο φλοιός σαν νήμα. Τα φύλλα χρησιμοποιούνται επίσης στην κτηνοτροφία, ως ζωοτροφή έκτακτης ανάγκης, αφού οι περιοχές πλήττονται συχνά από ξηρασία.
Έχει εισαχθεί ως καλλωπιστικό δέντρο σε νοτιο-δυτική Αυστραλία, νότια Αφρική, Λουιζιάνα, Καλιφόρνια, Αριζόνα και χώρες της Μεσογείου. Στη δυτική Αυστραλία παρατηρήθηκε να έχει επεμβατική δράση, ως εισβολέας, κυρίως σε διαταραγμένες περιοχές.
Στην κηπευτική έχουν
διασταυρώσει το Kurrajong με συγγενή είδη
Brachychiton, όπως το
"δέντρο μπουκάλι" (Β. rupestris) του Queensland και το "δέντρο φλόγα" (Β.
acerifolius) στο Illawarra της νέα νότια Ουαλία για την παραγωγή νέων υβριδίων, ως διακοσμητικά κήπου. Τα καλλιεργούμενα Kurrajongs είναι γνωστά για την ασταθή ανθοφορία τους.
Πηγή:
http://en.wikipedia.org/wiki/Brachychiton
http://en.wikipedia.org/wiki/Brachychiton_populneus
http://treelogic.com.au/facts/brachychiton-populneus-kurrajong/