Το Guaiacum (Γουαϊάκο) ή Guajacum (Γκαγιάκο), είναι ένα γένος ανθοφόρων φυτών της οικογένειας Zygophyllaceae. Περιέχει πέντε είδη θάμνων και δέντρων βραδείας ανάπτυξης, που μπορούν να φτάσουν σε ύψος περίπου τα 20 μέτρα, αν και συνήθως είναι λιγότερο από 10 μέτρα. Είναι όλα ενδημικά υποτροπικών και τροπικών περιοχών της Αμερικής και είναι ευρύτερα γνωστά ως lignum-vitae, guayacan (στα Ισπανικά),
ή gaiac (στα Γαλλικά). Το όνομα του γένους προέρχεται από τη γλώσσα Maipurean, που ήταν η γλώσσα των ιθαγενών Tainos από τις Μπαχάμες.
Κάποια είδη αυτού του γένους έχουν πολλαπλές χρήσεις, όπως για ξυλεία, για ιατρικούς σκοπούς, ή σαν καλλωπιστικά φυτά.
Το Guaiacum officinale είναι το εθνικό λουλούδι της Τζαμάικα, ενώ το Guaiacum sanctum είναι το ιερό, εθνικό δέντρο στα νησιά Μπαχάμες.
Το Guaiacum officinale είναι ευρύτερα γνωστό ως Roughbark Lignum-vitae. Είναι ενδημικό στην Καραϊβική και στη νότιο Αμερική.
Το Guaiacum officinale είναι αειθαλές, διακοσμητικό δέντρο,
με αργή ανάπτυξη, που φτάνει σε ύψος τα 9 με 12 μέτρα. Ο κορμός είναι συνήθως στραβός, κυρτός με ιδιαίτερα σκληρό ξύλο, και τα κλαδιά του με κόμπους και βαθιά
αυλακωμένο φλοιό. Το πυκνό φύλλωμα δίνει στο δέντρο μια στρόγγυλη, συμπαγή και ξεκάθαρη παρουσία. Κάθε φύλλο αποτελείται από 2 ή 3 ζεύγη γυαλιστερών, άμισχων φυλλάριων τοποθετημένα σε ένα λεπτό μίσχο. Τα φυλλάρια έχουν 6 με 13 εκ. μήκος. Υπάρχει μεγάλη αταξία τόσο στο μέγεθος όσο και στο σχήμα τους: κάποια είναι πλατιά από τη μέση και πάνω (ωοειδή με πλατιά βάση), κάποια σχεδόν στρογγυλεμένα. Τα όμορφα μπλε λουλούδια αναπτύσσονται σε αφθονία και καλύπτουν σχεδόν όλο το δέντρο, παραμένοντας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Καθώς τα πιο παλιά άνθη ξεθωριάζουν από βαθύ μπλε χρώμα σε πιο απαλές αποχρώσεις, μερικά γίνονται σχεδόν λευκά, παράγεται μια εντυπωσιακή ποικιλοχρωμία αυτού του χρώματος. Τα λουλούδια μεγαλώνουν σε συστάδες στις άκρες των κλαδιών. Κάθε λουλούδι έχει 5 κοίλα πέταλα γύρω από ένα μικρό, τριχωτό κάλυκα, που στηρίζεται σε ένα λεπτό μίσχο. Υπάρχουν 10 στήμονες με χρυσοκίτρινους ανθήρες. Ο καρπός εμφανίζεται σαν μικρή, στρόγγυλη, συμπιεσμένη, κίτρινη κάψουλα, που περιέχει 5 κελιά, μερικές φορές λιγότερα. Κάθε κελί περιέχει έναν μονό σπόρο.
Το ξύλο του είναι εξαιρετικά βαρύ, συμπαγές και πυκνό, με ίνες διασταυρούμενες.
Μπορεί εύκολα θα βυθιστεί στο νερό. Το παλιό ξύλο στην καρδιά είναι σκούρο πράσινο, ενώ το ξύλο του φλοιού είναι λιγότερο σε ποσότητα, πολύ ελαφρύτερο και κάπως κιτρινωπό στο χρώμα. Το ξύλο του χρησιμοποιείται συχνά από τορνευτές, όπου το βάρος δεν αποτελεί εμπόδιο. Είναι πολύ σκληρό και ανθεκτικό, κατάλληλο για τροχαλίες, γουδοχέρια, καρούλια, χάρακες, τάβλες, κ.λπ. Έχει μια ελαφρώς καυστική γεύση και είναι άοσμο, εκτός αν θερμανθεί, οπότε εκπέμπει ένα ευχάριστο άρωμα. Ο φλοιός παράγει 1 τοις εκατό πτητικό έλαιο με ευχάριστο άρωμα.
Το γένος Guaiacum είναι γνωστό ως παραγωγός της ανθεκτικής ξυλείας Lignum vitae, που προέρχεται από το εσωτερικό (την καρδιά) των κορμών, διαφόρων ειδών του γένους. Είναι το σκληρότερο ξύλο
σύμφωνα με τη μέθοδο μέτρησης σκληρότητας
και ανθεκτικότητας Janka. Το Guaiacum officinale είναι ένα από τα δύο είδη που παράγουν το πραγματικό lignum vitae, το άλλο είναι είναι το ιερό Guaiacum sanctum.
Το ξύλο του Guaiacum αναφέρεται σε εμπορικό άρθρο από το 1508, όταν εισήχθη, μέσω της Ισπανίας, στον ιατρικό κλάδο της Ευρώπης ως ειδικό για πολλές από τις πιο σοβαρές ασθένειες της ανθρωπότητας
όπως η σίφυλη. Το όνομα lignum-vitae (ξύλο της ζωής) προήλθε από την υπόθεση ότι αυτό το φυσικό υλικό διέθετε ασυνήθιστες θεραπευτικές δυνάμεις. Για ένα διάστημα ήταν τόσο μεγάλη η ζήτησή του, που μια λίβρα ξύλου πωλούνταν όσο 7 χρυσές κορόνες. Δημοσιεύθηκαν πολυάριθμες διατριβές, εξυπηρετώντας την επαλήθευση της φήμης του ξύλου, τόσο ακράδαντα που η φήμη του διάρκεσε σχεδόν 200 χρόνια πριν αμφισβητηθεί σοβαρά. Αργότερα δόθηκε έμφαση στη
φυσική ρητίνη Guaiac που εξάγεται από το ξύλο και τώρα είναι πολύ προτιμότερη για ιατρική χρήση, απ' ότι το ξύλο. Το ξύλο πωλείται μερικές φορές στα φαρμακεία με μορφή λεπτού ροκανιδιού, και ως εκ τούτου ονομάζεται Lignum Vitae, που γίνεται πράσινο όταν εκτεθεί στον αέρα, και γαλαζοπράσινο με αζωτούχα αέρια. Η δοκιμή αυτή αποδεικνύει τη γνησιότητά του.
Οι κάρτες guaiac είναι εμποτισμένες με ρητίνη και χρησιμοποιούνται για να καθοριστεί αν υπάρχει αίμα στα κόπρανα. Τόσο το ξύλο, όσο και η ρητίνη είναι πλέον παρωχημένα στην φαρμακευτική, και η χρήση του περιορίζεται μόνο σε ορισμένα ιδιωτικά αφεψήματα.
Το Lignum-vitae κατατάσσεται στα απειλούμενα είδη από το 1998, εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσης για την πολύτιμη ξυλεία του και για φαρμακευτικά προϊόντα. Το διεθνές εμπόριο αυτού του είδους είναι περιορισμένο λόγω της κατάταξής του στο Προσάρτημα Appendix II.
Πηγή: