Η Swainsona formosa (Sturt pea), το
μπιζέλι της ερήμου, είναι ένα φυτό από την Αυστραλία του
γένους Swainsona, το οποίο ονομάστηκε προς τιμήν
του Άγγλου βοτανολόγου Isaac Swainson, διάσημο για τα χαρακτηριστικά άνθη του που είναι κατακόκκινα σαν αίμα και μοιάζουν με
φύλλα, το καθένα με ένα μαύρο βολβώδες κέντρο. Είναι ένα από τα πιο γνωστά
αυστραλιανά αγριολούλουδα. Είναι ενδημικό στις ξηρές περιοχές της κεντρικής και
βορειοδυτικής Αυστραλίας, και η επικράτειά του εκτείνεται σε όλες τις βασικές πολιτείες της
Αυστραλίας, με εξαίρεση αυτή της Βικτώριας.
Ανακαλύφθηκε από τον Άγγλο εξερευνητή William Dampier στην επίσκεψή του το
1688 στα νησιά στην περιοχή της νοτιοδυτικής Αυστραλίας, η παρουσία του φυτού έγινε γνωστή από
τον Αυστραλό ερευνητή Charles Sturt το 1844 στις περιοχές μεταξύ της Αδελαϊδας και της
Κεντρικής Αυστραλίας. Το φυτό πήρε το όνομα Sturt pea για να υπενθυμίζει την
έρευνά του Sturt στα νησιά της Αυστραλίας.
Η ταξινόμηση του Sturt pea άλλαξε αρκετές φορές ανάλογα με τα εκάστοτε δεδομένα.
Αρχικά, το 18ο αιώνα, τοποθετήθηκε στο γένος Clianthus ως Clianthus
dampieri, και αργότερα έγινε ευρέως γνωστό ως Clianthus formosus
(formosus στα Λατινικά σημαίνει όμορφος). Αργότερα, όμως, επαναταξινομήθηκε στο γένος Swainsona σαν Swainsona
formosa, με το όνομα που είναι δηλαδή επισήμως γνωστό σήμερα.
Το Sturt pea είναι μέλος της οικογένειας των
ψυχανθών Fabaceae, της υποοικογένειας Faboideae. Έχει
πτεροειδή γκριζοπράσινα φύλλα που επεκτείνονται σπειροειδώς γύρω από τον βασικό άξονα
του φυτού και στις δύο αντίθετες σειρές των
κλαδιών του. Τα άνθη του είναι τόσο διαφορετικά από τα συγγενικά είδη, που τα κάνει σχεδόν μη
αναγνωρίσιμα ως μέλη της οικογένειας των μπιζελιών. Τα άνθη του είναι περίπου 9εκ. σε
μήκος και αναπτύσσονται σε συστάδες των έξι πάνω σε παχιά κοτσάνια που μεγαλώνουν
κάθετα προς το έδαφος, τα οποία φυτρώνουν κάθε 10 με 15 εκ. κατά μήκος των
οριζόντιων κοτσανιών, που μπορούν να έχουν μέχρι και δύο μέτρα μήκος.
Το φυτό ανθίζει από την άνοιξη προς το καλοκαίρι, ειδικά μετά από βροχή. Υπάρχει ένα
φυσικό αγνό λευκό είδος, όπως επίσης υβριδικές ποικιλίες που μπορούν να έχουν άνθη με
εύρος χρώματος από κόκκινο μέχρι ροζ ακόμα και ώχρα, με ποικιλόχρωμα κέντρα.
Έχουν καταγραφεί αρκετά φυτά με διαφορετική τριχρωμία,
συμπεριλαμβανομένων μερικών καλλιεργήσιμων ειδών. Τα άνθη επικονιάζονται από τα πουλιά.
Οι καρποί είναι όσπρια, μήκους περίπου 5εκ., και ο καθένας, στην ωριμότητά του, αποφέρει
50 ή και περισσότερους επίπεδους νεφροειδείς σπόρους.
Τα περισσότερα είδη του φυτού έχουν χαμηλή ανάπτυξη, ωστόσο στην περιοχή Pilbara της
βορειοδυτικά Αυστραλίας έχουν παρατηρηθεί ποικιλίες που φτάνουν σε ύψος έως και δύο
μέτρα. Γενικά θεωρείται ένα μονοετές φυτό με μικρή διάρκεια ζωής, το οποίο όμως είναι γνωστό
ότι μπορεί να γίνει πολυετές αν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Αν οι ρίζες δε βρουν εμπόδια, η
ανθοφορία μπορεί να επαναληφθεί την επόμενη
σαιζόν.
Προσαρμόζεται καλά σαν φυτό της ερήμου. Οι μικροί σπόροι έχουν μεγάλη βιωσιμότητα
ζωής και μπορούν να βλαστήσουν και μετά από πολλά χρόνια. Οι σπόροι έχουν ένα σκληρό
περίβλημα το οποίο τους προστατεύει από σκληρά, άγονα και ξηρά περιβάλλοντα μέχρι την
επόμενη βροχή, όμως εμποδίζει τη βλάστηση σε ευνοϊκά περιβάλλοντα. Οι καλλιεργητές
μπορούν να ξεπεράσουν την περίοδο ύπνωσης είτε ξύνοντας το περίβλημα των σπόρων
από το "μάτια" τους, τρίβοντάς τους προσεκτικά ανάμεσα σε κομμάτια γυαλόχαρτου, είτε
τοποθετώντας τους σε ζεστό (σχεδόν βραστό) νερό και αφήνοντάς τους να μουλιάσουν για
μια νύχτα. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται βραστό νερό γιατί καταστρέφει ωφέλιμα βακτήρια που ζουν στο φλοιό του
σπόρου.
Μόλις φυτρώσουν, τα νεαρά φυτά δημιουργούν γρήγορα μια βαθειά ρίζα, ικανή για την
επιβίωση των φυτών σε συνθήκες ερήμου. Αυτό σημαίνει ότι αν καλλιεργηθούν, πρέπει ή
να φυτευτούν κατευθείαν στο μέρος για το οποίο προορίζονται. Δεν ανέχονται
καμία ενόχληση στις ρίζες τους όμως μόλις εγκατασταθούν και δημιουργήσουν ριζικό σύστημα, χρειάζονται λίγο
και αραιό πότισμα και μπορούν να αντέξουν υπερβολική ζέστη και ήλιο, όπως επίσης και
ελαφριά παγωνιά.
Βασικά για την καλή ανάπτυξη του φυτού είναι η πλήρης ηλιοφάνεια, η καλή αποστράγγιση
και η προστασία από τα σαλιγκάρια. Συμπληρωματικά το πότισμα δεν είναι απαραίτητο
αφότου οι σπόροι που έχουν βλαστήσει αναπτύξουν ριζικό σύστημα. Κάτω από ιδανικές
συνθήκες η ανθοφορία ξεκινά περίπου 4 μήνες μετά τη βλάστηση. Το Sturt's Desert Pea
συνήθως θεωρείται μονοετές φυτό, αλλά μπορούμε να έχουμε ως αποτέλεσμα έντονη
ανθοφορία, αν οι ρίζες επιβιώσουν από τη μία εποχή στην άλλη.
Το Sturt pea δεν βρίσκεται υπό εξαφάνιση, αλλά
είναι παράνομο να συλλέγονται δείγματα του φυτού από την
αυστραλιανή ύπαιθρο χωρίς άδεια. Τα φυτά δεν πρέπει να συλλέγονται από
ιδιωτικές περιοχές χωρίς τη γραπτή συναίνεση του ιδιοκτήτη.
Το Sturt pea υιοθετήθηκε σαν άνθος-έμβλημα της πολιτείας της Νότιας Αυστραλίας στις 23 Νοεμβρίου το 1961. Το στάτους της εικόνας του
Sturt pea στην Αυστραλία, και συγκεκριμένα στην Νότια Αυστραλία, έχει εξασφαλίσει τη
χρήση του ως ένα δημοφιλές αντικείμενο στην τέχνη και τη φωτογραφία, όπως επίσης και
ένα μοτίβο διακόσμησης και ένα εύρος χρήσεων στη διαφήμιση. Το Sturt pea έχει
εμφανιστεί πολλές φορές στην πεζογραφία και την ποίηση, όπως επίσης και σε μερικούς
μύθους των ιθαγενών. Το Sturt pea έχει εμφανιστεί και στα Αυστραλιανά γραμματόσημα, σε πολλές εκδόσεις
(1968, 1971 και 2005).
Πηγή:
http://en.wikipedia.org/wiki/Swainsona_formosa
http://goaustralia.about.com/library/bldesertpea.htm
http://www.anbg.gov.au/emblems/sa.emblem.html