Αλκυόνη και
αλκυονίδες μέρες.
Η
Αλκυόνη (Alcedo atthis) είναι αναμφίβολα ένα
πολύ εντυπωσιακό πουλί. Το εκθαμβωτικό
μπλε ελεκτρίκ φτέρωμά της με την
πορτοκαλοκόκκινη αντίθεση στο στήθος της
δημιουργούν μοναδικό θέαμα.
Όταν βλέπει κάποιος μια
Αλκυόνη να φτερουγίζει πάνω από το νερό, τον εντυπωσιάζουν τα φωτεινά χρώματά της. Ωστόσο, την παρουσία της την κάνει αισθητή με τη φωνή της, ένα διαπεραστικό "ζεεε".
Ένας
μεσαιωνικός μύθος της Βόρειας Ευρώπης
λέει ότι το χρώμα της Αλκυόνης ήταν στην
αρχή γκρίζο.
Όμως όταν έγινε ο βιβλικός
κατακλυσμός, πέταξε κατευθείαν ψηλά στον
ουρανό για να μπορέσει να παρατηρήσει τα
νερά. Πετώντας όμως τόσο κοντά στον ήλιο
το στήθος της τσουρουφλίστηκε και έγινε
κόκκινο από τις ακτίνες του και η ράχη της
έγινε μπλε από το χρώμα του ουρανού.
Παρά τα χρώματά της,
η Αλκυόνη δεν διακρίνεται εύκολα στο φυσικό της περιβάλλον.
Πρόκειται για ένα μικρό πουλί που αναπαράγεται σε περιοχές με ρυάκια με γλυκό νερό και βλάστηση στις όχθες τους.
Σκάβει βαθιές τρύπες στις όχθες ποταμών για την φωλιά του. Βουτάει στο νερό από κάποιο εμφανές σημείο ή μετά από ένα σύντομο φτερούγισμα επί τόπου. Πιάνει ψαράκια με το ράμφος του. Το πέταγμά του είναι πολύ γρήγορο, σε ευθεία γραμμή, χαμηλά πάνω από το νερό.
Η Αλκυόνη, το σημερινό ψαροπούλι με τα όμορφα φτερά σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο μας, ήταν κάποτε μια χαρούμενη και ευτυχισμένη γυναίκα, κόρη του Θεού των ανέμων, του Αιόλου -που ζούσε στ' ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της Κήυκα και αλληλοαποκαλούνταν Ζευς και Ηρα. Για την ασέβειά τους όμως αυτή προς τον Δία οργίστηκε τόσο πολύ ο πρώτος των Θεών και μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο.
Ξετρελαμένη τότε η δύστυχη γυναίκα,
έτρεχε από δω και από κει στις ερημιές στις βαλτώδεις εκβολές των ποταμιών και μέσα στις πυκνές τους καλαμιές, για να βρει τον αγαπημένο της Κήυκα. Οπότε, οι θεοί του Ολύμπου την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν και αυτήν σε πουλί, τη γνωστή μας Αλκυόνη, για να ψάχνει και στις θάλασσες μήπως εκεί βρει το χαμένο της άντρα. Ωστόσο όμως η δυστυχία εξακολουθούσε να την συντροφεύει, γιατί αντίθετα από τ' άλλα πουλιά που γεννούν και
κλωσούν τ' αυγά τους την άνοιξη αυτή γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, οπότε μανιασμένα τα κύματα της θάλασσας τέτοιον καιρό, την άρπαξαν αυγά και πουλιά κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά.
Οι Θεοί που τόσο σκληρά είχαν τιμωρήσει την κόρη του Αιόλου, διέταξαν τότε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν, να γίνει καλοκαιρία για δυο εβδομάδες, για όσες ημέρες η Αλκυόνη
κλωσά τα αυγά της ("αλκυονίδες μέρες").
Μια τέτοια ωραία και ποιητική ερμηνεία δόθηκε από τον πανάρχαιο αυτόν ελληνικό μύθο για την καλοκαιρινή αυτή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα, που δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τη σημερινή επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού. Ο μύθος μιλάει για την απέραντη συζυγική αγάπη και την τρυφερή στοργή της γυναίκας, ενώ η μετεωρολογική υπηρεσία μιλάει για εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και βορείου Ευρώπης.
Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων ασχολήθηκε ο Πλούταρχος που αφηγείται ότι αν ο σύζυγος της Αλκυόνης γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει, τότε η θηλυκιά Αλκυόνη τον παίρνει στους ώμους και τον φέρνει πάντοτε μαζί της, τον
ταΐζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.
|