Γκουανό. Το αρχαιότερο
οργανικό λίπασμα
Γκουανό ή γουανό, (από την ισπανική λέξη guano > huano = κοπριά)
ονομάζεται διεθνώς το μείγμα αποσυντεθειμένων περιττωμάτων
(κοπράνων και ούρων) και πτωμάτων από
θαλασσοπούλια, αλλά και από νυχτερίδες των
σπηλαίων και φώκιες.
|
Γκουανό (guano) Το αρχαιότερο
οργανικό λίπασμα |
Γενικά
Το γκουανό από
θαλασσοπούλια παρατηρείται ως συσσώρευση
απορριμμάτων κυρίως σε απομονωμένες ακτές και νησιά των ξερών κλιμάτων. Επίσης
το όνομα γκουανό χρησιμοποιείται (καταχρηστικά) και τα περιττώματα των νυχτερίδων στα διάφορα σπήλαια
αλλά και τα διάφορα λιπάσματα που
προέρχονται από αυτά, (γκουανό νυχτερίδων, γκουανό ψαριών κ.λπ.).
Το γκουανό είναι μια μια λεπτή ξηρή γκρίζα σκόνη με ιδιάζουσα οσμή. Απαντάται κυρίως στις νοτιοαμερικανικές ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού (Περού, Κολομβία, Βενεζουέλα κ.α.), σε παχιά στρώματα που σχηματίσθηκαν επί εκατοντάδες χρόνια. Η χημική σύστασή του ποικίλει ανάλογα
με το χρόνο έκθεσης του στις διάφορες κλιματολογικές συνθήκες.
Στα ξηρά κλίματα απαντάται πλούσιο γκουανό που αποτελεί μείγμα αλάτων ασβεστίου, μαγνησίου και αμμωνίου με διάφορα οξέα κυρίως φωσφορικό, καθώς και χλωριούχων και θειικών αλάτων. Αντίθετα στα υγρά κλίματα, το φτωχό γκουανό περιέχει περίπου 15% άζωτο, μέχρι 15% φωσφορικό οξύ και 3%
κάλιο.
To γκουανό αποτελεί τροφή των γκουανόβιων οργανισμών που αποτελούν ιδιαίτερη χαρακτηριστική βιοκοινότητα. Στη φαρμακευτική το γκουανό χρησιμοποιείται κυρίως στη παρασκευή ουρικού οξέος.
Ιστορία
Η λέξη «γκουανό» προέρχεται από τη γλώσσα Quichua των Άνδεων και σημαίνει «τα περιττώματα των πουλιών της θάλασσας".
Τα περιττώματα αυτά των πουλιών μέχρι τον 19ο αιώνα θεωρούνταν το μόνο συμπυκνωμένο λίπασμα που
συλλεγόταν σε μικρές ποσότητες κυρίως από τους περιστερώνες. Η εκπληκτική όμως αφθονία από τα θαλασσοπούλια στις νότιες δυτικές ακτές της αμερικανικής ηπείρου, ιδίως σε ξηρά κλίματα, επέτρεψαν τη συσσώρευση αυτών σε στρώματα πάχους πολλών δεκάδων μέτρων γεγονός που οδήγησε τον επίσημο χαρακτηρισμό: «ακτών και νήσων γκουανό». Το γκουανό όμως ήταν ήδη γνωστό
στους λαούς των Άνδεων, στους Ίνκας, αλλά και στους προγενέστερους Μότσε, οι οποίοι
συνέλλεγαν γκουανό από τις ακτές του Περού
και το χρησιμοποιούσαν ευρέως ως λίπασμα. Οι ηγέτες των Ίνκας
απέδιδαν μεγάλη αξία στο γκουανό, και
περιόριζαν την πρόσβαση σ' αυτό, η δε διατάραξη των πτηνών
τιμωρούνταν με θάνατο. Ωστόσο, το γκουανό έγινε ευρύτερα γνωστό από τον φυσιοδίφη Αλεξάντερ φον Χούμπολτ
(Alexander von Humboldt), απ' όπου και άρχισε η βιομηχανική του εκμετάλλευση το 1840.
|
Εργάτες
συλλέγουν γκουανό στο νησί Macabi του Trujillo, 600
χλμ. βόρεια της Λίμα υπό την παρουσία
χιλιάδων κορμοράνων. |
Πρώτοι εισαγωγείς γκουανό ήταν οι νότιες πολιτείες των ΗΠΑ και η Αγγλία ειδικά για την καλλιέργεια βάμβακος. Το εκπληκτικό αποτέλεσμα αυτής της χρήσης οδήγησε
σ' ένα αγώνα δρόμου για ανακάλυψη και νέων κοιτασμάτων γκουανό. Έτσι εντοπίστηκαν νησιά με τέτοια προϊόντα
σε όλες τις τροπικές θάλασσες, στην Αφρική την Ωκεανία στις Αντίλες κλπ. Σε 50 μόλις χρόνια τα μεγαλύτερα τμήματα στρωμάτων γκουανό εξαντλήθηκαν. Σήμερα το γκουανό αναφέρεται περισσότερο ως ιστορικό στοιχείο (ουσία) κυρίως στα αγρονομικά συγγράμματα.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η
χρήση και η σπουδαιότητα του γκουανό
μειώθηκε δραστικά με την ανάπτυξη των
χημικών λιπασμάτων, αν και το γκουανό
χρησιμοποιείται ακόμα από βιοκαλλιεργητές
αγρότες και κηπουρούς.
Πηγές
Το γκουανό από θαλασσοπούλια έχει
συλλεχτεί κατά τη διάρκεια αρκετών αιώνων κατά μήκος
των ακτών του Περού, όπου υπάρχουν νησιά και βραχώδεις ακτές
προστατευμένες από τους ανθρώπους και τα αρπακτικά ζώα.
|
Ο Κορμοράνος Guanay
(Phalacrocorax bougainvillii) ιστορικά είναι ο σημαντικότερος παραγωγός του γκουανό. |
Ο Κορμοράνος Guanay (Phalacrocorax
bougainvillii) ιστορικά είναι ο σημαντικότερος παραγωγός του γκουανό.
Το γκουανό του είναι πιο πλούσιο σε άζωτο από ό, τι
το γκουανό από άλλα θαλασσοπούλια. Άλλα σημαντικά
πουλιά που παράγουν γκουανό ανοικτά των ακτών του Περού είναι
ο Περουβιανός Πελεκάνος (Pelecanus thagus) και η
Περουβιανή Σούλα. (Sula variegata)
|
Φωλιές
της Περουβιανής Σούλας
(Sula variegata) στο νησί Ballestas, νότια της Λίμα.
Οι φωλιές της Περουβιανής Σούλας
είναι φτιαγμένες από γκουανό. |
Το
γκουανό από
το Περού θεωρείται
το καλύτερο στον
κόσμο. Το
θαλάσσιο ρεύμα φέρνει
κρύο νερό από
την Ανταρκτική έως
τον Ισημερινό κατά
μήκος των ακτών του Περού,
και ο συνδυασμός
με κρύο νερό και
ζεστό αέρα αποτρέπει
τις βροχοπτώσεις.
Τα νησιά κατά
μήκος της ακτής ψήνονται
στον ήλιο,
και η έλλειψη βροχής
σημαίνει ότι τα
νιτρικά άλατα στο
γκουανό δεν
εξατμίζονται
και δεν ξεπλένονται
στο βράχο,
έτσι ώστε το
λίπασμα διατηρεί
την
αποτελεσματικότητά του.
|
Εξόρυξη
γκουανό νυχτερίδας από σπηλιές στο
Μεξικό. |
Το γκουανό νυχτερίδας
συλλέγεται κυρίως από σπηλιές αλλά η συγκομιδή γκουανό
νυχτερίδας από σπηλιές έχει ορισμένες αρνητικές συνέπειες. Η διαδικασία, η οποία καλείται επίσης εξόρυξη, διαταράσσει
τους βιότοπους των νυχτερίδων και μπορεί να τους
προκαλέσει πανικό, με συνέπειες να ρίχνουν
τα μικρά τους, να μην τρώνε και να μην
ξεκουράζονται αρκετά. Η συγκομιδή γκουανό
από σπηλιές έχει κατηγορηθεί σαν υπεύθυνη
για την μείωση των πληθυσμών των νυχτερίδων.
Η αφαίρεση περιττωμάτων νυχτερίδων από τα σπήλαια επηρεάζει επίσης και άλλα ζωικά είδη που εξαρτώνται από τα
θρεπτικά συστατικά των περιττωμάτων.
Ιδιότητες και χρήσεις
|
Γκουανό από
θαλασσοπούλια (Περού) |
Δεδομένου ότι οι πηγές του γκουανό είναι τόσο
ποικίλες, τα θρεπτικά συστατικά στα διάφορα γκουανό διαφέρουν πάρα πολύ.
Τα θαλασσοπούλια τρώνε κυρίως μικρά ψάρια.
Οι νυχτερίδες από ένα είδος τρώνε φρούτα,
από ένα άλλο είδος, τρώνε εντομα.
Τα διάφορα γκουανό μπορούν επίσης να βρεθούν φρέσκα και απολιθωμένα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες
επηρεάζουν τις ποσότητες των θρεπτικών ουσιών στο λίπασμα, αλλά κατά μέσο όρο θα είναι 15% άζωτο, κάλιο
3% και 9% φωσφόρος.
|
Γκουανό από
νυχτερίδες (Τζαμάικα) |
Αν και τα χημικά λιπάσματα χρησιμοποιούνται ευρύτερα από τους σύγχρονους αγρότες,
το γκουανό εξακολουθεί να αποτελεί βασική
πρώτη ύλη για βιοκαλλιεργητές, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Είναι πολύ πιο πλούσιο σε θρεπτικά στοιχεία από ό, τι
ή ίδια ποσότητα κοπριάς αλόγου ή αγελάδας,
ενώ δεν έχει το ίδιο έντονη οσμή.
Το γκουανό μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε
φυτά εσωτερικών και εξωτερικών χώρων.
Εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και κάθε άλλο λίπασμα. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί
υδροπονικά, με την ανάμειξή του με νερό.
Μπορεί να προστεθεί σαν επιφανειακό
επίστρωμα για βοηθήσει στην ανάπτυξη του
γκαζόν και άλλων σπόρων, καθώς και για τη φύτευση δένδρων και θάμνων.
|
Γκουανό από
νυχτερίδες της ερήμου (Μεξικό) |
Στη γεωργία και την κηπουρική
το γκουανό έχει μια σειρά από χρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξής:
βελτιωτικό εδάφους, θεραπευτικό για γκαζόν, μυκητοκτόνο (όταν
δοθεί στα φυτά μέσα από τα φύλλα), νηματοδοκτόνο (περιέχει
μικρόβια που βοηθούν στον έλεγχο του
νηματώδη), και ενεργοποιητής
κομποστοποίησης (περιέχει θρεπτικές ουσίες και
μικρόβια που επιταχύνουν την αποσύνθεση).
Μιχάλης
Πολίτης
|